Αρχειοθήκη ιστολογίου

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΙ ΚΑΙ ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΟΙ


Εντός τόπου και χρόνου
   
      Όταν η ομίχλη κάνει επίσκεψη σ’ αυτή τη πόλη , ξεχνάει να φύγει.  Μάρτης μήνας , κοντεύει κιόλας να βγει, να έφτασε και του Ευαγγελισμού και το Πάσχα πέφτει νωρίς φέτος. Τι μυστήρια άνοιξη είναι αυτή ! Οι οιωνοί  δεν είναι καλοί ! Μαύρα σύννεφα πολέμου απλώνονται πάνω απ’ τα Βαλκάνια , όπως μαζεύονται λίγο πριν ξεσπάσει καταιγίδα. Κι αυτή η πόλη που τόσο αγάπησα, και έμεινα εδώ, λησμονώντας  τον τόπο μου εκεί στον Νότο, θα γίνει κέντρο των πολεμικών επιχειρήσεων που οι μεγάλοι και δυνατοί αποφάσισαν.
Τέτοιες στιγμές με πιάνει μια νοσταλγία για τα χρόνια που πέρασαν και για το χωριό μου που ομίχλη δεν γνώρισε ποτέ.
Τέτοιο καιρό και ο ήλιος αστράφτει και φωτίζει τα πάντα. Οι κήποι γεμάτοι λουλούδια που μοσχοβολούν .
Και η θάλασσα … γαλάζια και απέραντη σμίγει με τον γαλανό ορίζοντα και γίνεται ένα μαζί του. Ενώ εδώ τώρα , εδώ που περπατώ στην προκυμαία δεν ξεχωρίζω τίποτα, θάλασσα και στεριά το ίδιο γκρίζα και μουντή. Λες και περπατώ σ΄ ένα θολό τοπίο και μόνο ο Λευκός Πύργος αχνοφαίνεται πέρα μακριά.
 Αυτά σκεφτόταν η Άννα , μια γυναίκα που είχε σχεδόν μισό αιώνα στην πλάτη της.   Έκανε τον καθημερινό της περίπατο στην παραλία της Θεσσαλονίκης, με βροχή , με χιόνι, με ήλιο ή με ομίχλη και τίποτα δεν την σταματούσε.
Ήταν οι ώρες που τα έβρισκε με τον εαυτό της, και χανόταν στις σκέψεις της.  Της άρεσε να μιζεριάζει μόνη της, ενώ δεν ήταν αυτός ο χαρακτήρας της. Ήταν άνθρωπος χαρούμενος και αισιόδοξος, και τα έβλεπε όλα θετικά.
Τινάχτηκε ξαφνικά σαν να θυμήθηκε κάτι.
-Ωχ άργησα , θα αρχίζει το αγαπημένο μου σήριαλ και εγώ θα το χάσω;   Ωραία να περπατώ και να ρεμβάζω , αλλά σε μερικά πράγματα δίνω προτεραιότητα, όπως δηλαδή να δω την φιλενάδα μου που έγινε διάσημη ηθοποιός και παίζει σε καθημερινή σειρά στην τηλεόραση.  Αχ βρε φιλενάδα , ποιος θα  το ΄λεγε  τότε που ήμασταν παιδιά  , ότι θα έπαιρνε αυτή την ρότα η ζωή μας.


Άρχισε να περπατάει γρήγορα, πέρασε τον δρόμο χωρίς να προσέχει και δεν είδε το αυτοκίνητο που ερχόταν με φόρα κατά πάνω της.
-Δεν προσέχεις κυρά μου; Ο οδηγός φρενάρισε θυμωμένος.
- Άι… ρε βλάκα από κει που θα μου πεις εμένα… Τίμο εσύ είσαι βρε; Παραλίγο να με σκοτώσεις , μπράβο ωραίος φίλος ! Που τρέχεις έτσι βιαστικά;
- Ας στο καλό η Αννούλα! Εσένα βρήκα να σκοτώσω; Που χάθηκες εσύ; Για δεν περνάς απ’ το γραφείο μου, να τα πούμε λίγο;
- Άλλη φορά, τώρα βιάζομαι.
- Γιατί που πας ;
- Εκεί που τρέχεις και συ βιαστικά. Να προλάβω το σήριαλ της Δώρας.  
- Ναι γεια σου τώρα . Δεν θέλω να χάσω την αρχή.
- Θα σε περιμένω πάντως να τα πούμε  κάποια μέρα , μην το αμελήσεις .
       

    Ο κοσμάκης ταλαίπωρος από την καθημερινή ρουτίνα, δουλειά και υποχρεώσεις και βάσανα , σαν μοναδική διασκέδαση έχει την τηλεόραση που κυριαρχεί μέσα σε κάθε σπίτι. Τρώει και καταπίνει αμάσητα κάθε τι που του σερβίρει. Έτσι και εκείνο το βράδυ, ίδιο και απαράλλακτο όπως όλα τα βράδια οι δέκτες όλοι στη διαπασών.
Η Άννα όμως καθισμένη αναπαυτικά στο καναπέ της , περίμενε να δει αυτό που δεν έχανε με τίποτα κάθε βράδυ, όσο ανόητο κι αν ήταν.             
   Ο τίτλος της σειράς ήδη είχε περάσει. Οι διαφημίσεις τελείωσαν και το σήριαλ αρχίζει… 
Στην μικρή οθόνη η εικόνα δείχνει ένα περιποιημένο κήπο με μια πελώρια πισίνα σε μια πολυτελή έπαυλη. Μια ώριμη κυρία απολαμβάνει το ποτό της ξαπλωμένη στην αναπαυτική της πολυθρόνα χωρίς να νοιάζεται για τίποτα. Είναι καλοδιατηρημένη και φινετσάτη και από το κυνικό και απαθές βλέμμα της φαίνεται γυναίκα που ξέρει τι θέλει και το παίρνει χωρίς αναστολές. Ξαφνικά εισβάλει στον απόρθητο κήπο της μια νέα όμορφη μα ταλαιπωρημένη και απελπισμέ- νη κοπέλα και της χαλάει την ησυχία.
- Ρεβέκκα Μπρίστον μη νομίζεις ότι θα γλιτώσεις και συ από τις δολοπλοκίες σου..
-Πως τόλμησες να μπεις εδώ μέσα; Πετάχτε την έξω αυτήν την ανόητη.  Τζων,  ηλίθιε μπάτλερ δεν προσέχεις καθόλου!
- Θα φύγω αφού πρώτα σου πω αυτά που θέλω Ρεβέκκα!
- Εσύ δεν θα μου πεις τίποτα ανόητη μικρή. Εγώ θα σου πω!  Εσύ ένα τίποτα που σε μάζεψα από το δρόμο και σε έκανα άνθρωπο. Αχάριστη και ανόητη. Ήθελες να γίνεις κυρία χωρίς να υπολογίσεις την δική μου δύναμη, η θέση που σου αξίζει, είναι ένα βρωμερό κελί της φυλακής. 
Η Ρεβέκκα την κοιτάει ειρωνικά και χαίρεται με τον πόνο που προκαλεί στην αθώα κοπέλα.
- Όχι δεν θα τα καταφέρεις Ρεβέκκα. Οι σκευωρίες σου δεν με φοβίζουν. Θα αποδείξω την αθωότητά μου ότι κι αν κάνεις…
Ένα χαστούκι πέφτει στο μάγουλο της δυστυχισμένης κοπέλας.
-Τζων πέταξε έξω αυτή τη ηλίθια! Είσαι ανίκανος , πως την άφησες να μπει εδώ μέσα ;
Η κοπέλα κλαίει καθώς ο μπάτλερ την τραβάει βίαια να την βγάλει έξω.
- Γιατί τι σου έχω κάνει Ρεβέκκα; Γιατί τόση κακία;
Η μικρή οθόνη δείχνει σε κοντινό πλάνο το πρόσωπο της Ρεβέκκας.
 Το βλέμμα της είναι σκοτεινό, κακό και τρελό από οργή.

 Ξαφνικά το σήριαλ διακόπτεται από ένα έκτατο δελτίο ειδήσεων.
Οι τηλεθεατές, άλλοι ανήσυχοι και άλλοι τρομαγμένο περιμένουν να μάθουν τι κακό έγινε πάλι, γιατί μόνο κακό προμηνύει πάντα ένα έκτακτο δελτίο. Οι καιροί δύσκολοι και ο αέρας κακός , πάνω από τα πολύπαθα Βαλκάνια. Οι προφήτες λένε για το τέλος του κόσμου μαζί με το τέλος της χιλιετίας. Άραγε θα βγουν αληθινοί; Εκείνη την ανοιξιάτικη νύχτα ο όλεθρος δεν έχει σύνορα. Η υπερδύναμη δεν υπολογίζει τίποτα και η σφαγή αρχίσει με τις έξυπνες βόμβες που ισοπεδώνουν την γειτονική μας χώρα.
 Ο απλός τηλεθεατής που απολαμβάνει την μοναδική  διασκέδαση που έχει,  δέχεται ένα κύμα επιθέσεων μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Ίσως και αυτό να θέλει να πετύχει το σκοτεινό σύστημα που κυβερνάει τον πλανήτη.
Αφού τρύπωσε το κακό και ο θρήνος σ’ όλα τα σπίτια και έσπειρε τον πανικό, τώρα μπορούμε να συνεχίσουμε το κανονικό μας πρόγραμμα.
Γιατί η ζωή συνεχίζεται…
Το αγαπημένο καθημερινό σήριαλ της τηλεόρασης συνεχίζεται…
Το πρόσωπο της Ρεβέκκας γεμάτο κακία και θυμό προβάλει και πάλι στην μικρή οθόνη.
Χιλιάδες τηλεθεατές εκείνη την ώρα την μισούν.

     Στην Θεσσαλονίκη σ΄ ένα όμορφο ρετιρέ στην λεωφόρο Μ.Αλεξάνδρου, η Άννα παρακολουθεί αυτό το σήριαλ μόνο και μόνο για να βλέπει την παιδική της φίλη. Την αγαπημένη της φιλενάδα και αδελφή.
-Πόσα χρόνια σε γνωρίζω βρε Δώρα; Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Έχουμε ζήσει τόσα πολλά , η κάθε μια με την δική της ιστορία. Μπορεί να μας χωρίζουν χιλιόμετρα αλλά εμείς καταφέραμε το ακατόρθωτο, να διατηρήσουμε ζωντανή την φιλία μας.
Απόψε νιώθω ένα μαύρο χέρι να μου σφίγγει την καρδιά. Ο πόλεμος είναι έξω από την πόρτα μας . Δεν μπορώ να κάνω όνειρα πια, το μέλλον είναι τόσο ζοφερό .
Σηκώθηκε και πλησίασε την μπαλκονόπορτα. Κοίταξε πέρα μακριά την θάλασσα του Θερμαΐκού. Ήταν σκοτεινή και φουρτουνιασμένη και η ομίχλη την σκέπαζε σαν μαύρο σεντόνι , αλλά παρ’ όλα ταύτα,   μπορούσες να διακρίνεις τα φώτα του Αμερικάνικου στόλου που είχε εισβάλει στο λιμάνι.

     Λίγα τετράγωνα πιο πέρα σ΄ ένα γραφείο ταξιδίων, ο Τίμος είχε κατεβάσει τα ρολά. < κλειστόν  >  Κάθεται στο βάθος του γραφείου του και βλέπει το σήριαλ, πίνοντας ουίσκι, το τασάκι δίπλα είναι γεμάτο αποτσίγαρα. Τα μάτια του βουρκώνουν. <<Πόσα χρόνια έχω να σε δω αγάπη μου. Αναρωτιέμαι , δεν σου έλειψα καθόλου; Δεν θέλησες να με αποζητήσεις μια φορά;  Έτσι τα ξέγραψες όλα; Έφυγες να φτιάξεις την καριέρα σου, μόνο αυτό μέτραγε για σένα;

      Εκεί στον Νότο ,  σ’ ένα παραλιακό χωριό της Κορινθίας,
σ’ ένα ταπεινό και φτωχικό σπιτάκι κοντά στη θάλασσα, ένα γεράκος κάθεται μονάχος και καπνίζει άφιλτρα τσιγάρα, έχει μπροστά του μια κούπα κρασί και βλέπει το σήριαλ κρυφά απ΄ τον γιο του. Έχει συνεχώς το νου του μήπως μπει στο καμαράκι του και τον βρίσει πάλι.
 “Τι κακό κι αυτό, να μη μπορώ να βλέπω ότι γουστάρω βρε αδερφέ. Αλλά βλέπεις τον πονάει τον ρεμπεσκέ τον γιο μου, που η κοπελάρα μου , η Δώρα μου τα κατάφερε και  ξέφυγε απ΄ τα νύχια του. Μερικές φορές λέω, εγώ γέννησα αυτό  το τέρας; Πιο πολύ μ΄ αγάπησε το ξένο το κορίτσι που το παντρεύτηκε με το ζόρι και το έφερε εδώ να ζήσει μεσ’ την ανέχεια και την φτώχια παρά ο ίδιος ο γιος. Τι αμαρτίες πληρώνω ακόμη Θεέ μου.”
Ο κυρ Θωμάς έσκυψε το κεφάλι και σκούπισε τα κουρασμένα μάτια του.  Δεν πρόλαβε να αλλάξει κανάλι , όταν μπήκε φουριόζος ο γιος του μέσα.
- Τι κάνεις εκεί ρε γέρο; Πάλι αυτή την σαχλαμάρα βλέπεις; Θα σπάσω την τηλεόραση να μη βλέπεις τίποτα. Δεν θέλω αυτό το παλιοθήλυκο ούτε έτσι μέσα στο σπίτι μου. Νομίζεις πως δεν ξέρω ότι τη αγαπάς πιο πολύ κι μένα που είμαι παιδί σου;   Αυτή που με κατάστρεψε;
- Περάσανε αυτά παιδί μου. Γιατί είσαι ακόμη οργισμένος μαζί της; Άσε με κι εμένα φτωχό άνθρωπο να περνάω λίγο ευχάριστα την ώρα μου. Υπομονή μέχρι να πεθάνω κάνω. Άσε με λοιπόν στην ησυχία μου.
- Τα είκοσι χρόνια φυλακή που έζησα δεν περνάνε έτσι εύκολα γέρο . Αυτή έγινε μεγάλη και τρανή, διάσημη ηθοποιός. Κάνει την ζωή της και περνάει καλά. Ποιος ξέρει πόσους γκόμενους έχει. Δεν λογάριασε  τίποτα, ούτε το παιδί της το ίδιο που το ξαπόστειλε μακριά για να έχει την ελευθερία της. Και μου λες εμένα να κάθομαι και να την βλέπω που σαχλαμαρίζει στην τηλεόραση; Α ρε γέρο ξεκούτιανες τελείως πια.
 Έκλεισε την πόρτα κτυπώντας την με νεύρα. Δεν τον άντεχε άλλο τον πατέρα του. Είχε μια απλοϊκή αντίληψη για την ζωή που δεν έβλεπε πέρα απ’  την μύτη του. Συμπαθούσε πιο πολύ αυτό το κακομαθημένο τσουλάκι που ήταν η αιτία για όλες του τις συμφορές και αυτόν που ήταν παιδί του  τον περιφρονούσε.   Ναι τελικά αυτό ήταν. Δεν άντεχε την περιφρόνηση του πατέρα του.                    
 
     Εκεί στον ίδιο Νότο, στο διπλανό χωριό σε μια όμορφη διώροφη μονοκατοικία , ένα ηλικιωμένο αντρόγυνο παρακολουθεί με προσήλωση και ξεχωριστό ενδιαφέρον το σήριαλ.
Καμαρώνουν για την επιτυχημένη καριέρα της μικρότερης κόρης τους.
-Ποιος θα μου το ΄λεγε ότι θα γινόταν η κόρη μου θεατρίνα και εγώ θα καμάρωνα. Μωρέ δεν χορταίνω να την βλέπω.
- Καμαρώνεις γιατί πάλεψε και τα κατάφερε μόνη της. Έχει το δικό σου πείσμα και την ξεροκεφαλιά. Βρήκε την δύναμη και ξέφυγε απ’ όλους μας, χωρίς να της σταθούμε στις δύσκολες στιγμές της.
- Βρίσκεις πάντα βρε γυναίκα την ευκαιρία να με γεμίζεις ενοχές. Γιατί εσύ δεν έχεις μερίδιο; Στάθηκες εσύ δίπλα της;
- Αυτό είπε η μαμά, δεν σταθήκαμε είπε. Έβαλε και τον εαυτό της μέσα.  
Η άλλη κόρη τους που ζούσε μαζί τους δεν τους μπορούσε πια με τους μικροτσακωμούς τους.  Έτοιμοι για παρεξήγηση ήταν και οι δυο τους. Η αλήθεια ήταν πως τους χαιρόταν όμως . Είχαν αυτή την παραξενιά την  αγαπησιάρικη  που έχουν όλα τα ζευγάρια που έχουν ζήσει χρόνια μαζί.  Που τρέμει ο ένας για τον άλλον , που δεν μπορεί ο ένας χωρίς τον άλλον και που τώρα πια ως μοναδική διασκέδαση είχαν πως να ξεσυνερίζονται μεταξύ τους και ποιος να έχει την τελευταία λέξη.
- Πες τα του πατέρα σου. Έτοιμος με το ντουφέκι είναι. Μη πω και εγώ καμιά κουβέντα…
- Βρήκες δικηγόρο τώρα; Άσε με να δω με την ησυχία μου το έργο. Ορίστε τι είπε τώρα και το έχασα. Ορίστε τελείωσε ! Φχαριστήθηκες; Άντε τώρα να περιμένω μέχρι το επόμενο επεισόδιο.
- Παππού η θεία μας είναι καταπληκτική στο ρόλο της κακιάς. Απορώ πως μπορεί και πείθει τον κόσμο ότι είναι τόσο κακιά. Είπε η δεκαπεντάχρονη εγγονή του για να τον κάνει να αλλάξει κουβέντα και να ηρεμήσει η ένταση με την γιαγιά της.
- Εγώ τσακώθηκα πάλι στο σχολείο με τους φίλους μου. Πετάχτηκε και ο δωδεκάχρονος εγγονός του, μη μείνει έξω απ΄ την συζήτηση. Όλοι οι φίλοι μου βρίζουν την θεία μου και δεν μπορώ να τους ακούω. Τους λέω πόσο καλή είναι και δεν με πιστεύουν. Μαμά πότε θα έρθει η Δώρα να μας δει. Θέλω να με δουν οι φίλοι μου μαζί της και να σκάσουν απ’ την ζήλια τους.
- Σύντομα παιδιά μου. Όταν ευκαιρήσει θα έρθει , το ξέρετε πόσο σας αγαπάει. Ελάτε τώρα στα κρεβάτια σας γρήγορα.

Άλλο ένα επεισόδιο είχε τελειώσει . Η εικόνα της κακιάς Ρεβέκκας είχε παγώσει στην μικρή οθόνη με το βλέμμα της γεμάτο κακία και οργή. Αυτοί που την ήξεραν όμως έβλεπαν στο βλέμμα της  μόνο πόνο και τρυφερότητα. Χιλιάδες τηλεθεατές εκείνη την ώρα μισούσαν την κακιά Ρεβέκκα που στην πραγματικότητα δεν είχε καμία σχέση με την αληθινή Δώρα. 
Εκείνη την ώρα υπήρχαν μερικοί άνθρωποι που αγαπούσαν την ηθοποιό Δώρα Βελλή. Οι δικοί της άνθρωποι.


 

5 σχόλια:

  1. ΕΝΤΟΣ ΤΟΠΟΥ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΥ ...ο πρόλογος του βιβλίου μου. έτσι όπως το ονειρεύτηκα και το δημιούργησα με τις μουσικές τους και την αύρα του. Θα δημοσιεύω εδώ σιγά σιγά σε συνέχειες .Έτσι όπως βγήκε από τα χέρια πριν το παραδώσω για έκδοση. 'Ετσι όπως τότε που ήταν δικό μου και θέλω να το μοιραστώ μαζί σας φίλοι μου .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. wraios o prologos ZINA.....perimenw th synexeia...

    mairi..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Μαίρη μου θα έρθει και η συνέχεια !

    ΑπάντησηΔιαγραφή