Αρχειοθήκη ιστολογίου

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΠΑΙΔΙ




Πρωτομαγιά στις  όχθες  του ποταμού Άρδα

Εγώ είμαι  ακόμα παιδί  στην καρδιά , ασχέτως αν οι άλλοι δεν το βλέπουν και με έχουν εγκλωβίσει μέσα μια εικόνα ώριμης  κυρίας .
Μια  τρέλα  που έχω κάνει  νιώθοντας  πάλι παιδί; Δεν θα το έλεγα τρέλα,  αλλά ανάγκη να κάνω κάτι  που θα μου έφερνε μια παιδική ξενοιασιά  και  ενθουσιασμό.  Καμιά  φορά  και το ίδιο  το υποσυνείδητο ξυπνάει και  απαιτεί  την χαμένη μας  παιδικότητα και αθωότητα .  Έτσι  κι εγώ , ένα μεσημεράκι που είχα  ξαπλώσει  ξεκλέβοντας λίγα λεπτά ανάπαυλας είδα ένα όνειρο. Ένα όνειρο  που μπορεί να κράτησε  ελάχιστα  δευτερόλεπτα, αλλά άλλαξε  όλη τη ροή της ζωής μου.  Είδα ένα παιδάκι που στεκόταν πίσω από μια σιδερένια  αυλόπορτα ενός παραδοσιακού σπιτιού,  απ’ αυτά  που έχουμε πολλά  ακόμα στην περιοχή μας.  Κοιτούσε  τα άλλα παιδάκια που έπαιζαν  στο χωματόδρομο.  Ήθελε να βγει κ αυτό έξω να παίξει αλλά δεν μπορούσε.  Τα κάγκελα της αυλόπορτας  ήταν σαν φυλακή.  Μια πόρτα που όμως άνοιξε και ελευθέρωσε τις σελίδες της μνήμης.
  
Κι εδώ γίνεται  το θαύμα που όσο απίστευτο κι αν φαίνεται είναι απολύτως αληθινό. Ξυπνώντας μου ήρθε σαν θεόσταλτο  δώρο η έμπνευση  για το θέμα και την ιστορία του πρώτου μου βιβλίου. Ολόκληρο,  με αρχή , μέση και τέλος και όλα τα πρόσωπα  επί σκηνής. Ενθουσιάστηκα και ήθελα να το μοιραστώ με την παιδική μου φίλη που πάντα άκουγε τις ιστορίες μου και έλεγε  την γνώμη της.  Η φίλη μου όμως βρισκόταν χιλιόμετρα μακριά και το τηλέφωνο   είναι άψυχο και δεν έχει την αμεσότητα της προσωπικής επαφής.
Τότε  έκανα την τρέλα -  αν την θεωρήσουμε τρέλα - . Ξεκίνησα να πάω να την βρω. Πήρα νύχτα το λεωφορείο για Θεσσαλονίκη.  Τα ξημερώματα ήμουν εκεί.  Περπάτησα μόνη στους δρόμους της , πήγα στα παλιά μου στέκια , έφερα  στο νου στιγμές και αναμνήσεις απ’ αυτή τη λατρεμένη πόλη , εμπλουτίζοντας  ακόμα πιο πολύ την ιστορία μου και  κατόπιν πήρα πάλι το λεωφορείο για Ορεστειάδα. Έφτασα  αργά  το βράδυ,  παραμονή Πρωτομαγιάς.    
  Όλη τη νύχτα μείναμε  ξάγρυπνες, να μιλάμε, να μιλάμε, να λέω να μου λέει  και πάλι  δεν μας έφταναν οι ώρες. Πώς να χωρέσουν  όλα αυτά τα χρόνια μέσα σε μια νύχτα; Παιδικές  και  νεανικές  μνήμες , φίλους που ξεχάσαμε  στο πέρασμα του χρόνου και  γεγονότα  που διαμόρφωσαν την πορεία της ζωής μας.
Το πρωί μας βρήκε  άυπνες  μεν αλλά χαρούμενες και ενθουσιασμένες χωρίς ίχνος  κούρασης  στα μάτια. 


Ξημέρωσε  Πρωτομαγιά !
Έτσι  κι εμείς  από πολύ πρωί ετοιμαστήκαμε με  φίλους και συναδέλφους  της φίλης μου και του συζύγου της να πάμε να πιάσουμε το Μάη.  Έπρεπε να πάμε νωρίς για να βρούμε καλή θέση στο παραπόταμο του Έβρου, εκεί στο τελευταίο χωριό στα σύνορα της Ελλάδας, στις Καστανιές .  
Ο κόσμος  εκεί γλεντούσε  την Πρωτομαγιά στις όχθες του ποταμού Άρδα με  ψησταριές και όργανα.  Όλοι με τις προετοιμασίες  τους ήσαν εκεί , παρέες- παρέες. Αγροτικά με τραπεζάκια καρέκλες  , ψησταριές  και βαρελάκια  με παγάκια να κρατάνε κρύες τις μπύρες και τα αναψυκτικά, κατέφθαναν  συνέχεια και  κάτω από τα ψηλά αιωνόβια  δέντρα στήθηκε ένα πανηγύρι που δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου . Πλανόδιοι  οργανοπαίχτες  με κλαρίνα και ταμπούρλα, έπαιζαν σε κάθε παρέα  που ήθελε να χορέψει.Τα κάρβουνα στις ψησταριές είχαν ανάψει και ψήναμε συνέχεια. Τρώγαμε και ξαναψήναμε , μέχρι το βράδυ που έδυσε ο ήλιος . Πράγματι ήταν μια μέρα που ένιωσα  σαν ξένοιαστο παιδί. « Καλέ  τρώμε  συνέχεια και τον Μαη δεν τον πιάσαμε ακόμα»  είπε μια φίλη απ’ τη παρέα μας .  «Εγώ τον έπιασα με το παστίτσιο» αστειεύτηκε είπε ένας άλλος φίλος.  Θυμάμαι  ακόμα τους ανθρώπους που γνώρισα εκεί, κι ας μη του ξαναείδα πάλι. Χαρούμενοι άνθρωποι , γελαστοί , έβρισκαν πάντα την ευκαιρία να μαζευτούν και να περάσουν καλά. Σήμερα  δέκα  χρόνια μετά αναλογίζομαι τι απέγιναν αυτοί οι φίλοι; Που να βρίσκονται κι αν η ζωή τους έδειξε  το άσχημο πρόσωπό της .  Τα παιδάκια εκείνης της παρέας μεγάλωσαν και ενηλικιώθηκαν, άλλοι πήραν μετάθεση και χάθηκαν . Υπήρξαν όμως και απώλειες , φίλοι που έφυγαν για πάντα αφήνοντας ένα δυσβάσταχτο κενό .
 Δεν ξέρω αν θα μπορέσουμε να ξανανιώσουμε πάλι παιδιά, ας κρατήσουμε όμως τις μνήμες μας  από τέτοια μικρά και όμορφα στιγμιότυπα  της ζωής μας , μ’  ένα  χαμόγελο νοσταλγίας   αλλά και θλίψης .    

-

Υ.Σ. Όταν άκουσα  αυτό το τραγουδάκι για πρώτη φορά ήμουν πάνω
       στην   μάντρα του Αντώνη με την Άννα και όλα τα παιδιά.
Είχε κάνει διάλειμα και έπαιζε διάφορα τραγουδάκια , όταν ξαφνικά ακούσαμε κάτι διαφορετικό. Ένα ήχο χαρούμενο και ρομαντικό.
 «Τι ωραίος που είναι αυτός! Ποιος είναι αυτός ο τραγουδιστής με την βραχνή φωνή;»
Εποχή του νέου κύματος και εμείς κοπελίτσες πια τελειώναμε το Δημοτικό και ανοίγαμε τα φτερά μας . 
Τα θερινά σινεμά κλείνανε σιγά σιγά και η τηλεόραση έμπαινε στην ζωή μας και στα σπίτια μας.
Η μαγεία του σινεμά έχανε την αίγλη της και εμείς δεν καταλάβαμε πως καθισμένοι στο καναπέ μας απομονωθήκαμε από τους φίλους και τις παρέες μας .
Όσοι κράτησαν τις φιλίες της μεγάλης οθόνης είναι οι τυχεροί. Αυτές οι φιλίες δεν πεθαίνουν ποτέ !
       Μια εποχή η Συννεφούλα,  μια εποχή αγνή και αθώα  σαν τα λουλούδια  του αγρού, σαν τα πουλάκια στα κλαδιά, σαν την βροχή που πέφτει και μας ξεπλένει… σαν κάθαρση . Μια εποχή ξεχασμένη αλλά όχι λησμονημένη.
 ( ένα μικρό απόσπασμα από τους Αναίσθητους και Ονειροπόλους )

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ  ΣΤΗ    Σ –υννεφ-ΟΥΛΑ  μου
 
Ζηνοβία Μαρνέζη   5-4-13




3 σχόλια:

  1. Μια ακόμα ιστορία της Δευτέρας απο το MAGIC RADIO LIFE μέ θέμα "ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΠΑΙΔΙ¨"

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ωραίες πρωτομαγιές.. μπράβο καλή μου!! νάσαι πάντα καλά.. πάντα με φίλες πιστές!

    ΑπάντησηΔιαγραφή