Αρχειοθήκη ιστολογίου

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

ΣΚΙΑ ΣΤΟ ΦΕΓΓΑΡΟΦΩΤΟ





Μέσα στη μαύρη  αυγή ,  πριν ακόμα βγει η  πρώτη αχτίδα , τριγύριζε στα σκοτεινά καλντερίμια του χωριού ,  μια γυναικεία  φιγούρα  σαν σκιά.
 Όλοι ξέραν ποια ήταν και κουνούσαν με οίκτο το κεφάλι .
Η μουρλο Αλέξω …έλεγαν .  Την έβλεπαν κάθε πρωί που κινούσε προς την ρεματιά , εκεί που το ποτάμι κυλούσε  με ορμή τα νερά του διώχνοντάς τα προς τη ΘΑΛΑΣΣΑ
Απορούσαν οι χωριανοί , τι πάει κάθε μέρα αχάραχα στην ποταμιά . Μερικοί περίεργοι πολλές φορές την είχαν ακολουθήσει να δουν. Αλλά μόλις έφταναν σε ένα σημείο δύσβατο και επικίνδυνο την έχαναν . 
 Τρύπωνε μέσα στις πυκνές φυλλωσιές μέχρι που το φως του ήλιου γινόταν πλέον σκληρό και χάνονταν οι σκιές και οι ασημένιες ανταύγειες των φύλλων .   Μέσα την πρωινή απόλυτη ΗΣΥΧΙΑ  αντάμωνε τον καλό της . Ερχόταν κι αυτός κρυφά μέσα απ’ τα οργισμένα νερά  και έσμιγαν παθιασμένα πάνω στην ποταμίσια ΑΜΜΟ. Κάθε μέρα ερχόταν στην ώρα του , δεν χρειαζόταν κανένα ΡΟΛΟΙ    την ήξεραν την στιγμή που έσμιγαν, την στιγμή που η σελήνη έδειχνε  το σκοτεινό  της πρόσωπο  πριν χαθεί στον ουρανό.
Η Αλέξω εκείνες τις στιγμές γινόταν πάλι κοπελίτσα νέα και ερωτευμένη . Τον δεχόταν στην αγκαλιά της με όλο της το είναι . Τα φιλιά του ,τα χάδια του,  τα λόγια του …της έδιναν πάλι την χαμένη της ομορφιά .
 «Ήλιε μη προβάλεις ακόμα και μου τον διώξεις , άφησέ τον λίγο να τον χαρώ»  ψιθύριζε στον ΑΕΡΑ .
Όμως εκείνος ποτέ δεν την άκουσε και έριχνε άσπλαχνα την πρώτη του αχτίδα πάνω στο πρόσωπό του και ο αγαπημένος της έσβηνε σιγά σιγά απ’ τα μάτια της μέχρι που χανόταν τελείως η μορφή του .
 Ίσως να έφταιγε και το δάκρυ που τύφλωνε τα μάτια της και δεν τον έβλεπε πια .  «Θα ξανάρθω αύριο, να είσαι εδώ» του φώναζε  πριν σβήσει η οπτασία του .
Τα χείλη της χορτασμένα από τα παθιασμένα φιλιά του έτρεμαν από το λυγμό που προσπαθούσε να συγκρατήσει .
Τότε αφού έμενε μόνη πια , έπαιρνε ένα τσίγκινο ΚΟΥΤΙ που είχε πάντα μαζί της και το γέμιζε με ΧΩΜΑ από το σημείο που έσμιγαν οι δυο τους .  Γύρναγε στο σπίτι της και το άδειαζε στο μοναδικό λουλούδι που είχε στο απογυμνωμένη και ξερή  αυλή της .  Μια ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ  πανέμορφη  που άνθιζε χειμώνα καλοκαίρι , κι έκανε τα πιο υπέροχα  βελούδινα  τριαντάφυλλα κόκκινα σαν το αίμα. Λες κι αυτό το χώμα ήταν η τροφή που την δυνάμωνε και την ομόρφαινε ….χωρίς αυτό το χώμα ίσως και να ξεραινόταν .
  Όλη η γειτονιά τα θαύμαζε κι έμπαιναν κρυφά να κόψουν τα μπουμπούκια ….αλλά γρήγορα κατάλαβαν πως ήταν πολύ κακότυχα. Όποιος τα έκοβε κάτι κακό πάθαινε , ένα ατύχημα ή μια αναποδιά και σταμάτησαν να μπαίνουν κρυφά να τα κόβουν .
 Όλοι οι χωριανοί ήξεραν την Αλεξάνδρα από μικρό παιδί . Ήταν η πιο όμορφη κοπέλα ,  μοναχοκόρη , μαθημένη στα χάδια από τους γονείς της που  έτρεμαν μη τους στεναχωρηθεί για το οτιδήποτε και  δεν της χάλασαν ποτέ χατήρι . Τα παληκάρια αναστέναζαν στο πέρασμά της , ερωτοκτυπημένα .  Πολλά τα προξενιά , αλλά εκείνη ακατάδεχτη και αλαζονική δεν ήθελε κανένα και πλήγωνε τις καρδιές τους .  Περνούσαν τα χρόνια και τους γονιούς της τους έτρωγε η έννοια μη τους μείνει στο ράφι …μόνη χωρίς κανένα στήριγμα.
« Άμα κλείσουμε τα μάτια μας , εσύ τι θα απογίνεις κόρη μου ;   Τα νιάτα σου περνάνε και κανείς δεν θα σε παντρευτεί .»
 Μέχρι  που κτύπησε κι αυτηνής η καρδούλα από έρωτα , έρωτα βαρύ και παθιασμένο χωρίς όρια .
Ήταν ένα ξενομερίτης που ήρθε  στο χωριό της να βρει κάπου να πιαστεί .   Κανείς δεν ήξερε από πού κρατούσε η σκούφια του . Ήταν όμως πρόσχαρος και καταδεχτικός και τους κέρδισε τους χωριανούς . Ήξερε να τους γοητεύει με τα λόγια του .  Έτσι γοήτευσε και την Αλεξάνδρα που τρελάθηκε από έρωτα και τα πρόσφερε όλα , χωρίς  όρια .    Λίγες μέρες πριν από το γάμο  έγινε το μεγάλη αναταραχή.
 Ο γαμπρός εξαφανίστηκε . Παράτησε τη νύφη  κι έφυγε  κρυφά . Κάποιοι είπαν πως τον είδαν να μιλάει με μια κοπελιά  και κανείς δεν τον ξαναείδε, ούτε άκουσε πάλι  γι αυτόν . 
Χάθηκε μια άνοιξη που η φύση  άνθιζε  βυθίζοντας για πάντα  στην ζωή της  στο χειμώνα και τη σκοτεινιά .
Έτσι άνοιξη ήταν και τότε , ένα ΧΕΛΙΔΟΝΙ τιτίβιζε ερωτευμένο ψάχνωντας το ταίρι του  να φτιάξουν τη φωλιά τους στο χαγιάτι . Πόσο τα ζήλεψε ! Αλλά από τότε δεν ξανάρθαν . Κι αυτή  τα μίσησε  γιατί της έδειχναν την δική της μοναξιά και την γέμιζαν  απελπίσια  τα ερωτικά τους φτερουγίσματα .  
Η αρχοντική θωριά της είχε χαθεί και έγινε μια ζαρωμένη γυναίκα , ατημέλητη και αφρόντιστη , όπως ήταν και το σπίτι της , που άλλοτε ήταν το πιο ζηλευτό αρχοντικό της περιοχής .  Από αγέρωχη Αλεξάνδρα , έγινε …..μουρλω –Αλέξω  και ο κόσμος την κοιτούσε με οίκτο .  Τα παιδιά την περιγελούσαν  και πετούσαν πέτρες στα παράθυρά της .  Αλλά εκείνη ζούσε στον δικό της κόσμο . Χαμένη μέσα σ΄ένα έρωτα που συναντούσε κάθε χαραυγή στη ποταμιά .
Έτσι Άνοιξη ήταν και τότε ….. 
Μια γειτόνισσα  πέρασε με το μικρό παιδί της απ’ το δρόμο .
 Ο μικρός κοιτούσε με αγένεια το άγονο κήπο της και με την αφελή παιδική του περιέργεια ρώτησε τη μάνα του . « Μαμά γιατί εδώ δεν φτιάχνουν φωλιά τα χελιδόνια ;  Σε όλα τα σπίτια ήρθαν , εδώ γιατί όχι ;»
« Παιδί μου σε ρημαγμένα σπίτια δεν φτιάχνουν φωλιά τα χελιδόνια»
Η Αλέξω άκουσε τα λόγια ….η κλειστή ΣΕΛΙΔΑ του μυαλού της άνοιξε και πλημμύρισε με οργή και θυμό τα σωθικά της. Τρελή από πόνο άρχισε να σκάβει με τα χέρια γύρω γύρω την τριανταφυλλιά της να την ξεριζώσει  κραυγάζοντας .
 «Ήσουν ψεύτης , με πρόδωσες , δεν με αγάπησες ποτέ.  Σου άξιζε ο θάνατος …καμιά άλλη δεν θα σε πάρει από μένα . Μόνο εγώ ξέρω να σε ζωντανεύω κάθε αυγή  και να γίνεσαι δικός μου.»
 Αυτά ήσαν και τα τελευταία της λόγια . Δεν  άντεξε πλέον η καρδιά της  το φονικό που την τρέλανε  από το παράφορο  ερωτά  της .   
Οι χωριανοί την βρήκαν νεκρή , πάνω στις ρίζες της τριανταφυλλιάς της , αγκαλιά με τον σκελετό ενός άνδρα…. Έσφιγγε  στα δάχτυλά  της κατακόκκινα  ροδοπέταλα  σαν σταγόνες  αίμα  .
Αυτό ήταν το μυστικό  της  τριανταφυλλιάς  που την έτρεφε και έκανε τόσο άλικα  μπουμπούκια .   Ένας παθιασμένος έρωτας που θάφτηκε στις ρίζες της .

Ζηνοβία Μαρνέζη  7-4-13


14 σχόλια:

  1. Με αυτό το διήγημα είχα την τιμή να συμμετάσχω στο διαγωνισμό διηγήματος ΛΟΓΩ ΤΕΧΝΗΣ με ελεύθερο θέμα αλλά να εμπνευστώ από δέκα συγκεκριμένες λέξεις όπως , θάλασσα, ησυχία, άμμος,ρολόι,αέρας, κουτί, χώμα, τριανταφυλλιά, χελιδόνι και σελίδα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Μια πολύ όμορφη ιστορία, που μιλάει για μοναξιά, όνειρα γκρεμισμένα και χαμένους έρωτες... Μια ιστορία τυλιγμένη στο πέπλο της πρωινής ομίχλης, με ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο στα πόδια της ακροποταμιάς... Πολύ ωραίο και ονειρικό Ζήνα μου!!!
    Χαρούλα!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. poly omorfo zina moy...enas atyxos erwtas poy esvhse sth riza mias triantafylias...

    mairi..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Πολύ όμορφη γραφή. Με συνεπήρε. Μπράβο.Ωραίο και το βίντεο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ναι, και το βίντεο.. ταιριάζει!!!! πάντα να γράφεις θησαυρούς εύχομαι!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Χαρούλα μου, σαν παραμύθι που μας αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση γιατί δεν είχε ευτυχισμένο τέλος αλλά όμως είχε ένα πάθος που το έζησε με όλο της το είναι. Ένας έρωτας που για χάρη του μπορείς να κάνεις φονικό !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Μαίρη μου ένα ματωμένο απο αίμα τριανταφυλλο , απο το αίμα ενός προδωμένου έρωτα .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Μαρία Χανιώτου , με τιμάς ιδιατερα με τα λόγια σου , σ΄ευχαριστώ πολύ !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Λαμπρινή μου είδες ; είχε ανατροπή στο τέλος και μάλιστα τραγική . Χαίρομαι που σου άρεσε !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. υπέροχη και συγκινητική ιστορία με μεγάλη ανατροπή στο φινάλε...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Ωραία η ιστορία σου, κρατάει το ενδιαφέρον , ωραίος και ο τρόπος γραφής! Ζωντανές εικόνες που αναβλύζουν αντίστοιχα συναισθήματα! Μπράβο και καλή συνέχεια!!

    Από την αγαπητή κ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΑΡΒΑΝΙΤΗ . με τιμά ιδιαιτερα το σχολίο της και την ευχαριστώ πολύ !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Οταν η φύση βλασταίνει μια γυναίκα βγαίνει στα σοκάκιαι και κρατά τα πιο όμορφα τριαντάφυλλα, το αγκάθια τα έχει καρφιτσώσει στα μαλλιά της και είναι τόσο όμορφα τρελή από έρωτα

    ΑπάντησηΔιαγραφή