Αρχειοθήκη ιστολογίου

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ 1ον



 
ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ

Την μοναξιά του την είχε κάνει μουσική , με το δοξάρι του βιολιού του , δημιουργούσε  την αρμονία που έψαχνε να βρει στη ζωή του .
Γεννήθηκε σε άσχημη εποχή  , σε εποχή που δεν δέχονται τον ξεχωριστό   τον άνθρωπο που έχει αστέρια στα καρδιά .  Του τα τσακίζει η ανάγκη και οι υποχρεώσεις , που τις κουβαλά πάνω του , πριν καν δει το φως  της ζωής .  Έτσι και ο Χρύσανθος  δεν κατάφερε να τελειώσει το σχολείο , του έκοψαν τα φτερά πριν προλάβει να τα ανοίξει. Το μυαλό του όμως και την φαντασία σου δεν κατάφεραν να τα τσακίσουν.    Η ψυχή του ήταν γεμάτη ποίηση και μουσική  και το χάρισμά του αυτό δεν το έπνιξε στον αγώνα της επιβίωσης .  Το ανέπτυξε μόνος , όπως μόνος έζησε σ΄όλη τη ζωή του .  Κανείς δεν μπόρεσε να τον νιώσει,  να μπει μέσα στην καρδούλα του , να του δώσει την αγάπη και τον έρωτα που στερήθηκε  από μικρό παιδί.
Δόθηκε ολόκληρος  στη μουσική , ξόδευε τα λιγοστά του χρήματα για να την σπουδάσει .  Το βιολί του έπαιρνε ψυχή στα χέρια του και καθήλωνε ακόμα και τον πιο άσχετο και αδαή να σταθεί και να ακούσει …να ακούσει το θρήνο και το κλάμα του  … που το ξόδευε στα πανηγύρια του καλοκαιριού , γυρίζοντας με το μπουλούκι των μουσκών από χωριό  σε χωριό.

Σ’ ένα τέτοιο πανηγύρι τον είδε για πρώτη  το μικρό κορίτσι που  έκανε σκανδαλιές με τους φίλους της κάτω από την εξέδρα που έπαιζαν οι μουσικοί .
Δεν έδινε σημασία , έτσι κι αλλιώς αυτά τα δημώδη και τα καλαματιανά   της έδιναν  στα νεύρα , τα χλεύαζε και τα περιφρονούσε .   Πω πω αυτό το βιολί … της τρυπούσε τον εγκέφαλο με τον ήχο του .
Σήκωσε το βλέμμα της να δει ποιος είναι αυτός ο απαίσιος μουζικάντης.
Το βλέμμα του την κεραυνοβόλησε . Την κοίταξε τόσο αυστηρά  και θυμωμένα .  Ανόητο παιδί , δεν νιώθεις … δεν καταλαβαίνεις …….
Ήταν τόσο επιβλητικός  και σοβαρός που κατάφερε να κάνει και αυτό το χαζοχαρούμενο κορίτσι , να σταθεί και να καθηλωθεί στους ήχους  του .
Έμεινε εκεί λίγα λεπτά  και τον κοιτούσε με προσοχή . Το αυστηρό του βλέμμα  γλύκανε  σιγά σιγά .  Και το δοξάρι του  δόθηκε κι αυτό  σε μια μελωδία  …. Μόνο γι εκείνη .
Μια  στιγμή που το κορίτσι την ένιωσε φευγαλέα και μετά την ξέχασε .   Την περέσυραν και πάλι οι φίλοι της σε ένα ατέλειωτο κυνηγητό , αναμέσα στα τραπεζάκια που έτρωγαν οι χωριανοί τα κοψίδια τους , πίνοντας  μπύρες και κρασιά , αποχαυνωμένοι στην πανυγηριώτικη κραιπάλη τους .
Κόλλαγαν χαρτονομίσματα στα κούτελα των μουσικών  για να παίξουν τις παραγγελιές τους , να χορέψουν .

Δεν μου λέτε τι να κάνω … βάι ντιρντίλω , βάι ντιρντώ
Τι να κάνω το ορφανό … βάι ντιρντίλω , βάι ντιρντώ
Μ’ αγαπάνε δυο αδελφάδες και τις αγαπώ κι εγώ………..

Και το βιολί του έστελνε χορευτικούς ρυθμούς  να σηκώνονται οι παρέες να φέρνουν τη γυροβολιά …. Κανείς όμως δεν άκουγε το θρήνο του …. Και εκείνο το κορίτσι που στάθηκε για λίγο και τον αφουγκράστηκε … έφυγε κι αυτό και τον ξέχασε εντελώς

Κοίταξε  τα ξένοιαστα παιδιά που έτρεχαν σαν ατίθασα πουλαράκια , γελούσαν και πειράζονταν , χαίρονταν την αθώα ηλικία τους  …….. δάκρυσε από χαρά και από λύπη . Λύπη για τα δικά του δύσκολα παιδικά χρόνια , που δεν τα χάρηκε.
Χαρά,  γιατί άλλοι καιροί ξημέρωναν για τούτο το τόπο κι ήθελε να ξαναγίνει παιδί , να χαρεί κι αυτός μαζί τους.
Το δοξάρι του έστελνε χαρούμενους σκοπούς , χόρευαν τα καλαματιανά  οι παρέες  αλλά τα μάτια του ήταν καρφωμένα στα αλογάκια του , που έπαιζαν κυνηγητό αδιαφορώντας για την μουσική του . Κι ανάμεσά τους αρχηγός εκείνο το κορίτσι … εκείνο που κοντοστάθηκε για λίγο να τον ακούσει με μια έκφραση δυσφορίας στην αρχή , αλλά κατόπιν ενός ελάχιστου ενδιαφέροντος . 
Αυτό το ελάχιστο … το κράτησε μέσα του σαν νικηφόρο τρόπαιο .  Υπάρχει ελπίδα ακόμα να μάθουν τα παιδιά κάτι που θα πλουτίσει το πνεύμα  τους και την ψυχή τους.
Χαμογέλασε ……..
Το κορίτσι έτρεχε ανάμεσα στα τραπεζάκια  , ξεγελώντας τα υπόλοιπα παιδιά  … άπιαστη και ζωηρή φοραδίτσα στο κοπάδι .
« Αλόγα !!!! »  ήταν η λέξη που του ήρθε .   



 Η δεξιοτεχνία του και το ταλέντο του χαραμιζόταν άδικα , τον πίκραινε αυτό , το μυαλό του ήταν γεμάτο ιδέες , μουσική και ποίηση .  Τον έπνιγε …ήθελε να βρει να τα δώσει όλα αυτά  , στα παιδιά του ….αλλά δικά του παιδιά δεν είχε και τον έθλιβε η σκέψη πως όλα αυτά θα χαθούν μαζί του κάποια μέρα .
Η ανάγκη για την επιβίωση τον έκανε να ανοίξει ένα ψιλικατζίδικο , να απαρνηθεί το βιολί του και να κάνει ένα πεζό και συνηθισμένο επάγγελμα .
Το μαγαζάκι του ήταν μικρό αλλά σε καλή θέση .  Ήταν στη στάση του λεωφορείου που μαζεύονταν  κάθε πρωί , ένα τσούρμο παιδιά για να πάνε στο Γυμνάσιο του κοντινού χωριού. 
Ξύπναγε πρωί να τα προλάβει για να πουλήσει, σοκολάτες και μπισκότα, αλλά γρήγορα κατάλαβε πως δεν ήταν αυτό το ζητούμενο , ήταν η χαρά του να τα βλέπει κάθε μέρα , να τα ακούει , να γεμίζει η καρδιά του από νιάτα , ξένοιαστα και ζωηρά. Στεκόταν χαμογελαστός και τα καλημέριζε .
Γέμιζαν τα μάτια του γαλάζιες ποδιές και τα αυτιά του χαρούμενα τιτιβίσματα.
Όμως το λεωφορείο ερχόταν γρήγορα και τα έπαιρνε και άδειαζε η στάση . Έμενε μόνος εκεί να προσμένει το μεσημέρι που θα γύριζαν πάλι, να φέρουν χαρούμενη πνοή στην καθημερινότητά του .

Καινούργια φουρνιά θα πήγαινε στο Γυμνάσιο φέτος. Καινούργια παιδικά προσωπάκια θα έρχονταν τα πρωινά να δώσουν χαρά στη μέρα του . 
Οι πρώτες μέρες κύλησαν χωρίς να τις καταλάβει . Φθινοπωράκι , μίκραινε η μέρα , άρχιζε η ψυχρούλα , αλλά τα παιδιά εκεί κάθε πρωί να τα ακούει να λένε τα δικά τους . Ποιος καθηγητής είναι στριμένος , ποιος είναι καλός , αν θα τους βάλει διαγώνισμα σήμερα ο μαθηματικός , αν είναι καλά διαβασμένα ή αν το έριξαν στο σορολόπ και δεν άνοιξαν βιβλίο  .
Το κορίτσι ήταν εκεί κάθε πρωί και πρωτοστατούσε στα πειράγματα και στις κουβέντες.   Πάντα με βαριεστημένο ύφος και αγουροξυπνημένο , αλλά …στο χαχανητό και στο τραγούδι πήγαινε η γλώσσα του ροδάνι .
« Σήμερα  θα πάει καλά η μέρα μου , είχε ωραίο τραγούδι το ραδιόφωνο και ξύπνησα ωραία .»  Κι άρχιζε να τραγουδά αυτό που την εντυπωσίασε και της άρεσε . Οι φίλοι της άλλοτε συμφωνούσαν και άλλοτε της την έσπαγαν , γιατί δεν τους άρεσε .    « μη σας αρέσει … σκασίλα μου  »
Ή μερικές φορές ερχόταν τσαντισμένη γιατί δεν ξύπνησε καλά .   « Χάλια σήμερα … δεν θα τα πάω καλά … είχε ένα σαχλό τραγούδι πρωί πρωί . »

Ο Χρύσανθος τα άκουγε όλα και κρυφογελούσε . Τι αθώα και χαζοχαρούμενα παιδιά .
Ένα πρωινό δεν την είδε …το λεωφορείο πέρασε μάζεψε τα παιδιά και έφυγε .  Λίγο πριν χαθεί στη στροφή του δρόμου , την είδε που ερχόταν τρέχοντας λαχανιασμένη να το προλάβει . 
Το έχασε … έχασε και τη πρώτη ώρα , μέσα στην τσαντίλα ήταν και μουρμούραγε μόνη της . « αι στο καλό , το έχασα , μα τι βλακείες είχε πρωί πρωί κι αυτό το ραδιόφωνο και δεν μπορούσα να σηκωθώ.»

Τότε άκουσε μια υπέροχη μελωδία να βγαίνει απ’ το ψιλικατζίδικο του Χρύσανθου .  Ένα βιολί ! Ένα βιολί που έστελνε  τις νότες του στο σύμπαν προκαλώντας ρίγη και ανατριχίλα ευδαιμονίας  στα αυτιά της .
Τον κοίταξε από την πόρτα του μαγαζιού , στεκόταν όρθιος στο βάθος και είχε μετουσιωθεί σε κάτι άλλο . Δεν ήταν ο απλός καλός ψιλικατζής που ήξερε .  Ήταν ένας καλλιτέχνης … βιρτουόζος βιολιστής .  Πρώτη φορά άκουγε τέτοια μελωδία  .
Χαμογέλασε κι  έκατσε εκστατική να τον ακούει .  
Ο Χρύσανθος  συνέχισε να στέλνει με το δοξάρι του , αφοσιωμένος στη μελωδία του , σοβαρός χωρίς να δείχνει ότι ξέρει πως κάποιος τον ακούει . 
Και μόνο όταν ήρθε το επόμενο λεωφορείο και έφυγε το κορίτσι , χαμογέλασε και είπε φωναχτά .
«  Σου έφτιαξα τη μέρα … Αλόγα  μου »

Συνεχίζεται
Ζηνοβία Μαρνέζη 27-1-2013  

8 σχόλια:

  1. Με αυτή την θεική μελωδία θα σε θυμάμαι πάντα δάσκαλε και θα είναι σαν να ακουω εσένα τον ίδιο να παίζεις το βιολί σου στο σύμπαν και να σε χαίρονται οι Αγγελοι !!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Θα περιμένω με ανυπομονησία την συνέχεια σας Κα. Μαρνέζη μου γράφετε καταπλητικά!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Η ηχώ της νοσταλγίας του του ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ σε ταχιδευει στα κρυφα μονοποτια της σκεψης του της ζωης του...ομορφο ζηνα....περιμενουμε τη συνεχεια...


    ΜΑΙΡΙ ΣΟΥΚΟΥΛΗ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Παρασκευή μου το ήξερα πως θα σου αρέσει γιατί έχει μουσικές μνήμες από τον δάσκαλο μου .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Βάσια Ραμόνα σ΄ευχαριστώ πολύ , η συνέχεια ειναι ήδη έτοιμη !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Μαίρη μου ναι δεν πρέπει να ξεχνάμε τους ανθρωπους που προσέφεραν στην ζωή μας το ευ ζην !!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Εγω ξέρω για τον πνευματικό σου δάσκαλο απο αυτά που μου εχεις πει , το κείμενο είναι πολύ ομορφο και νοσταλγικό και σε πάει σε άλλες εποχές . ΚΑΤΙΑΝΝΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή